Στην ανωτέρω απόφαση, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε επί προδικαστικών ερωτημάτων που υποβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, από το Συμβούλιο της Επικρατείας και συγκεκριμένα από με την υπ’ αριθμ. 235/2019 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών, αναφορικά με την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 3, του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, καθώς και του άρθρου 2α, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014. Το ειδικότερο ζήτημα που πραγματεύεται η εν λόγω απόφαση είναι το έννομο συμφέρον του αποκλεισθέντος οικονομικού φορέα να αμφισβητήσει το παραδεκτό της προσφοράς άλλου οικονομικού φορέα στο στάδιο της ανάθεσης δημόσιας σύμβασης. Τα ερωτήματα που έθεσε εκ πρώτοις το ΣτΕ ενώπιον του ΔΕΕ αφορούσαν το εάν ο αποκλεισθείς οικονομικός φορέας δύναται να προβάλλει πλημμέλειες της προσφοράς του ανταγωνιστή του σε οποιοδήποτε στάδιο της ανάθεσης και εάν διαθέτει έννομο
συμφέρον προβολής αιτιάσεων κατά του ανταγωνιστή σε περίπτωση που δεν μπορεί να ματαιώσει τον διαγωνισμό και να συμμετέχει εάν επαναπροκηρυχθεί. Ως γενική αρχή λαμβάνεται πως με την συμμετοχή του στον διαγωνισμό κάθε οικονομικός φορέας έχει έννομο συμφέρον για την προσβολή πράξεων στο στάδιο της ανάθεσης. Λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την γενική αρχή και την πάγια νομολογία του, το ΔΕΕ έκρινε πως ο μη οριστικώς αποκλεισθείς διατηρεί το έννομο συμφέρον του να προσβάλλει τόσο την απόφαση του αποκλεισμού του όσο και τις επόμενες
αποφάσεις που θα του προξενούσαν βλάβη, εάν ακυρωνόταν ο αποκλεισμός του, επισημαίνοντας ότι το έννομο συμφέρον να στραφεί ο οικονομικός φορέας κατά των ανταγωνιστών του δεν υπόκειται σε περιορισμούς. Ειδικότερα, δεν ασκεί επιρροή για το έννομο συμφέρον το στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης, δεδομένου ότι μπορεί ο οικονομικός φορέας να στραφεί κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής σε οποιοδήποτε στάδιο προηγείται της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Επιπρόσθετα, το ΔΕΕ στην απόφασή του δέχθηκε ότι ο αποκλεισθείς οικονομικός φορέας θεμελιώνει έννομο συμφέρον προβολής λόγων που στρέφονται κατά της αποδοχής των προσφορών των ανταγωνιστών του. Δηλαδή, το έννομο συμφέρον του δεν περιορίζεται στην δυνατότητα του να στραφεί κατά της απόφασης αποκλεισμού του, αλλά μπορεί να προβάλλει κάθε λόγο που συνδέεται με τυχόν πλημμέλειες των προσφορών των λοιπών συμμετεχόντων οικονομικών φορέων, και όχι μόνο για λόγους σχετικούς με την παραβίαση της αρχής του ίσου μέτρου κρίσης όσον αφορά τις προσφορές. Αναφορικά με το δεύτερο ερώτημα, το ΔΕΕ έκρινε ότι οριστικώς αποκλεισθείς είναι ο οικονομικός φορέας, ο οποίος έχει κριθεί ως τέτοιος με απόφαση που διαθέτει ισχύ δεδικασμένου, και έχει κοινοποιηθεί η σχετική απόφαση στον ενδιαφερόμενο. Συνεπώς, εάν η προδικαστική προσφυγή του οικονομικού φορέα ενώπιον της ΑΕΠΠ, η οποία είναι το αρμόδιο ανεξάρτητο εθνικό όργανο να κρίνει εκ πρώτης για την
προσφυγή, απορριφθεί, δεν έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και η απόρριψή της δεν συνεπάγεται οριστικό αποκλεισμό του συμμετέχοντος από τον διαγωνισμό.
Το ΣτΕ στην προδικαστική του απόφαση, διατύπωσε και ένα τρίτο ερώτημα το οποίο αφορούσε το εάν ο μη οριστικώς αποκλεισθείς διαθέτει έννομο συμφέρον προβολής λόγων κατά των προσφορών των λοιπών συμμετεχόντων, σε περίπτωση που θα κριθεί ως αδύνατη η ματαίωση και επαναπροκήρυξη του υπό κρίση διαγωνισμού ή εάν δεν θα μπορέσει να συμμετέχει ο ίδιος. Το ΔΕΕ δεν απάντησε στο σχετικό ερώτημα, κρίνοντας πως αυτό υποβλήθηκε απαραδέκτως από την προδικαστική απόφαση, καθώς δεν διευκρινίζονται οι λόγοι αναγκαιότητας απάντησης στο ερώτημα.
Πηγή:
https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=239242&pageInde
x=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=20174708