Αδημοσίευτη απόφαση
iii. Περαιτέρω, ο ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση (Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024) – Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις», Α’ 184, ορίζει στο άρθρο 29 με τίτλο «Ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων μεταξύ δημοσίων φορέων και φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων», ότι: «1. Η διακίνηση δημοσίων ή ιδιωτικών εγγράφων μεταξύ αφενός των φορέων του δημόσιου τομέα και αφετέρου των φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, πραγματοποιείται με χρήση ΤΠΕ, ιδίως μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (…). 2. (…) 3. Η αποστολή στον ενδιαφερόμενο με χρήση ΤΠΕ δημοσίου εγγράφου, το οποίο έχει εκδοθεί μετά από αίτησή του, επέχει θέση επίδοσης ή κοινοποίησης. (…) 4. Η επίδοση ή κοινοποίηση με χρήση ΤΠΕ δημοσίου εγγράφου στις περιπτώσεις της παρ. 3 διενεργείται μέσω συστήματος, το οποίο επιτρέπει την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου, κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου, η οποία συνεπάγεται έναρξη των έννομων συνεπειών και των προθεσμιών, όπως ιδίως αυτές που αφορούν την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων. Τεκμαίρεται ότι το πρόσωπο που είναι αποδέκτης του εγγράφου αποκτά πρόσβαση στο περιεχόμενο του εγγράφου το αργότερο δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση ή κοινοποίηση αυτού, εκτός εάν ο αποδέκτης αποδείξει τη συνδρομή λόγων ανωτέρας βίας που δεν επέτρεψαν την πρόσβαση στο περιεχόμενο του εγγράφου ή εφόσον αυτή η αδυναμία οφείλεται σε λόγους που αφορούν στον φορέα του δημόσιου τομέα. (…) 5. Η αποστολή των εγγράφων της παρ. 1 σε έντυπη μορφή είναι δυνατή μόνο κατόπιν αιτήματος των φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων. 6. (…)», στο άρθρο 30, με τον τίτλο «Προσδιορισμός χρόνου παραλαβής και υπολογισμός προθεσμιών κατάθεσης», ότι: «1. Ο προσδιορισμός του χρόνου παραλαβής δημόσιων ή ιδιωτικών εγγράφων που διακινούνται ηλεκτρονικά γίνεται από τους φορείς του δημόσιου τομέα αποκλειστικά ως εξής: α) είτε με χρήση της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπηρεσίας συστημένης παράδοσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51, β) είτε με χρήση αυτόματης ηλεκτρονικής επιβεβαίωσης παραλαβής, γ) είτε με χρήση μη αυτόματης ηλεκτρονικής επιβεβαίωσης παραλαβής. 2. Με την αυτόματη ηλεκτρονική επιβεβαίωση παραλαβής, το πληροφοριακό σύστημα του φορέα αποστέλλει στο πρόσωπο που υπέβαλε το ηλεκτρονικό δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο αυτοματοποιημένο μήνυμα παραλαβής με εγκεκριμένη χρονοσφραγίδα, στο οποίο αναφέρονται τουλάχιστον ο ακριβής χρόνος και τα στοιχεία καταχώρισης στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, ως χρόνος υποβολής θεωρείται ο χρόνος της ηλεκτρονικής επιβεβαίωσης της παραλαβής, ο οποίος αναγράφεται στην εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα. 3. Με την μη αυτόματη ηλεκτρονική επιβεβαίωση παραλαβής, ο φορέας καταχωρίζει αυθημερόν ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα το ηλεκτρονικό δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο που έλαβε στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο και αποστέλλει αμελλητί με χρήση ΤΠΕ, ιδίως με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, στο πρόσωπο που υπέβαλε το έγγραφο αποδεικτικό υποβολής, στο οποίο αναφέρονται τουλάχιστον ο ακριβής χρόνος και τα στοιχεία καταχώρισης στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, ως χρόνος υποβολής θεωρείται ο χρόνος καταχώρισης στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο, ο οποίος αναγράφεται στο αποδεικτικό υποβολής. 4. Οι ως άνω φορείς υποχρεούνται να παρέχουν κάθε πληροφόρηση σχετικά με τη διαθέσιμη σε αυτούς μέθοδο προσδιορισμού χρόνου παραλαβής ηλεκτρονικών εγγράφων, κατά τα ανωτέρω οριζόμενα στις παρ. 1 έως 3. Η πληροφόρηση του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο και ιδίως στον οικείο δικτυακό τόπο. 5. (…)» και στο άρθρο 51, με τον τίτλο «Εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης», ότι: «Με τη χρήση της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπηρεσίας συστημένης παράδοσης τεκμαίρεται η ακεραιότητα των δεδομένων που αποστέλλονται και λαμβάνονται, η αποστολή από τον ταυτοποιημένο αποστολέα και η παραλαβή από τον ταυτοποιημένο αποδέκτη των δεδομένων, καθώς και η ακρίβεια της ημερομηνίας και της ώρας της αποστολής και της λήψης των δεδομένων. (…)»
- Από τις προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 326 και 328 του ν. 4700/2020 προκύπτει ότι η προβλεπόμενη δεκαπενθήμερη προθεσμία για την υποβολή προσφυγής ανάκλησης κατά των πράξεων των Κλιμακίων ή των Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο άσκησης του προσυμβατικού ελέγχου, είναι αποκλειστική και άρχεται από όλους τους νομιμοποιούμενους στην άσκηση αυτής, πλην του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, από την κοινοποίηση των εν λόγω πράξεων στον φορέα που υπέβαλε το σχέδιο σύμβασης για έλεγχο. Με τη ρύθμιση αυτή επιδιώκεται αφενός μεν η ταχεία περαίωση του διενεργούμενου από το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων και, συνακόλουθα, η μη παρακώλυση σε υπερβολικό βαθμό της συναλλακτικής δράσης της Διοίκησης, αφετέρου δε η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα των διαμορφούμενων με τον προσυμβατικό έλεγχο πραγματικών και νομικών καταστάσεων (πρβλ. ΕλΣ πρακτικά Ολομ. 20ης Γεν.Συν./11.10.2006 Θέμα Α΄, 25ης Γεν. Συν./26.10.2005). Κατά τις ειδικές δε διατάξεις του άρθρου 326 παρ. 2 του ν. 4700/2020 προβλέπεται ότι η κοινοποίηση των πράξεων αυτών στον ως άνω φορέα πραγματοποιείται πλέον μέσω αποστολής μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην ηλεκτρονική διεύθυνση που δηλώνει ο οικείος φορέας, αντί της αποστολής τους με τηλεομοιοτυπία που προέβλεπε το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς.
- Περαιτέρω, για την ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων μεταξύ δημόσιων φορέων και φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων θεσπίστηκε, με τις προεκτεθείσες διατάξεις του ν. 4727/2020, ειδικός τρόπος εξακρίβωσης του ακριβούς χρόνου κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο των εγγράφων αυτών, ιδίως όταν αυτή συνδέεται με την έναρξη προθεσμιών που αφορούν την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της κυρωθείσας με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) που κατοχυρώνουν το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας. Επομένως, για την κίνηση της προθεσμίας άσκησης ενδίκων βοηθημάτων κατά πράξεων της διοίκησης που διακινούνται ηλεκτρονικά απαιτείται η πρόσβαση του ενδιαφερομένου στο περιεχόμενο αυτών, που αποδεικνύεται με έναν από τους αναφερόμενους στις διατάξεις αυτές τρόπο, ενώ παράλληλα καθιερώνεται (μαχητό) τεκμήριο πρόσβασης στα δημόσια αυτά έγγραφα εντός προθεσμίας 10 ημερών από την αποστολή τους.
- Ενόψει των ανωτέρω ρυθμίσεων για την ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων στον δημόσιο τομέα, για την εκκίνηση της δεκαπενθήμερης αποκλειστικής προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής ανάκλησης κατά πράξης του Κλιμακίου που εκδίδεται στο πλαίσιο διενέργειας προσυμβατικού ελέγχου, δεν αρκεί η ηλεκτρονική αποστολή της πράξης, αλλά απαιτείται να προκύπτει με ασφάλεια ο ακριβής χρόνος που έλαβε χώρα η παραλαβή και πρόσβαση στο περιεχόμενό της από τον αποδέκτη, οπότε από το χρονικό αυτό σημείο εκκινεί η ως άνω προθεσμία. Σε περίπτωση δε άσκησης προσφυγής ανάκλησης μετά την πάροδο της αποκλειστικής, κατά τα ανωτέρω, δεκαπενθήμερης προθεσμίας από την ως άνω ημερομηνία, η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και, για τον λόγο αυτό, που, ως ζήτημα αναγόμενο στην τήρηση της προβλεπόμενης από τον νόμο προδικασίας, ερευνάται αυτεπάγγελτως από το Τμήμα, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη (βλ. ΕλΣυν πρακτ. 25ης Γεν. Συν./26.10.2005, Τμ. Μειζ.-Επτ. Συνθ. 3207, 3431/2011, 1981, 2316/2012, 37/2013, 1539/2014, 1078/2016, 538/2020, Έβδομο Τμ. 764/2021).,
vii. Στην κρινόμενη υπόθεση, η προσβαλλόμενη 323/2021 πράξη του Ζ’ Κλιμακίου κοινοποιήθηκε στον Δήμο (…), μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που απεστάλη στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Δήμου, (…). Δοθέντος όμως ότι δεν προκύπτει με ασφάλεια ο ακριβής χρόνος περιέλευσης και ανάγνωσης του ηλεκτρονικού αυτού μηνύματος από τα αρμόδια όργανα του Δήμου και ειδικότερα ότι έλαβαν γνώση του περιεχομένου της πράξης σε χρόνο προγενέστερο της 30ης.7.2021, οπότε και πρωτοκολλήθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, ελλείψει, μάλιστα, συστήματος εξακρίβωσης του ακριβούς χρόνου κατά τον οποίο έλαβε χώρα η παραλαβή του εγγράφου (βλ. άρθρο 29 παρ. 4 του ν. 4727/2020), η κρινόμενη προσφυγή έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα. Αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία εν προκειμένω η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής εκκίνησε από την ημερομηνία αποστολής της προσβαλλόμενης πράξης με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 27.7.2021 και όχι από την πρωτοκόλλησή της, σε σύντομο χρόνο από την αποστολή της, και συγκεκριμένα στις 30.7.2021, ημερομηνία κατά την οποία αποδεδειγμένα έλαβε γνώση της πράξης και του περιεχομένου της, λαμβανομένης υπ’ όψιν και της σοβαρότητας του διακυβεύματος, που συνίσταται στην απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής ως εκπρόθεσμης, θα διατάρασσε τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ των σκοπών της ταχείας περαίωσης του ελέγχου και της ασφάλειας δικαίου που υπηρετούνται με τις προεκτεθείσες διατάξεις περί της προθεσμίας άσκησης προσφυγής και του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο, υπό την έννοια της εξέτασης της ουσίας της υπόθεσης (βλ. και άρθρο 15 του ν. 4700/2020 που ορίζει: «Το Δικαστήριο αντιμετωπίζει με βάση τις αρχές της δίκαιης δίκης τα ερμηνευτικά ζητήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή των δικονομικών κανόνων έτσι ώστε, λαμβάνοντας υπόψη κάθε φορά τη σοβαρότητα του διακυβεύματος, να αποφαίνεται σε πνεύμα δίκαιης ισορροπίας»).